Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή του Ασώτου
February 22, 2014
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Εἰς ἑαυτόν δέ ἐλθών εἶπε… Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τον πατέρα μου».
Η Κυριακή αυτή, δεύτερη του Τριωδίου, ονομάζεται Κυριακή του Ασώτου από την ομώνυμη παραβολή, όπως μας την διηγείται ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η παραβολή αυτή ειπώθηκε από τον Κύριο για να δείξει το μέγεθος της ευσπλαχνίας και της αγάπης του Θεού Πατέρα προς κάθε αμαρτωλό που μετανοεί και επιστρέφει στην πατρική αγκαλιά.
Ο Κύριος με την παραβολή αυτή μας διδάσκει ότι η απελπισία είναι μεγάλη αμαρτία που οδηγεί τον άνθρωπο στον πνευματικό και σωματικό θάνατο. Μην απελπιζόμαστε, για όλους υπάρχει σωτηρία. Και ο μεγαλύτερος αμαρτωλός μπορεί να σωθεί, αρκεί να το θελήσει.
Ο νεότερος υιός της παραβολής «λιμῷ ἀπόλλυται», πεθαίνει. Μετά την διασκόρπιση της περιουσίας που του έδωσε ο πατέρας του στις ασωτίες και στις ποικίλες αμαρτίες, βρίσκεται να βόσκει χοίρους. Βρίσκεται σε δεινή κατάσταση. Όλοι οι φίλοι του τον ξέχασαν, δεν έχει φαγητό, ζει μια φρικτή κατάσταση.
Ποιος άλλος θα τον απαλλάξει και θα τον σώσει απ’ αυτή την οικτρά κατάσταση που βρίσκεται; Ποιος θα τον σώσει από τον βέβαιο θάνατο, που αργά και σταθερά πλησιάζει; Ποιος είναι εκείνος που θα τον φέρει πίσω στο πατρικό του σπίτι και στην αγκαλιά του πατέρα του;
Κανείς άλλος, εκτός από τον εαυτό του. Μόνο η θέληση του και ο προσωπικός του αγώνας μπορούν να πραγματοποιήσουν αυτό το μεγάλο άλμα. Κι άσωτος υιός βρίσκει τη δύναμη, το κουράγιο και το κάνει. Αφήνει την αμαρτία, αφήνει την άσωτη ζωή και επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι.
Ο άσωτος υιός από την στιγμή που έφυγε από την ζεστή πατρική αγκαλιά δεν έχει άλλη συντροφιά, παρά μόνο την αμαρτία. Η αμαρτία τον έκανε δούλο της. Ο νους του δεν σκέπτεται τίποτε άλλο. Το παν γι’ αυτόν είναι η αμαρτία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σκοτισθεί ο νους του, να σταματήσει να σκέπτεται ορθά, λογικά. Το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι να επανακτήσει την κυριαρχία του νου του και της λογικής του. Και πραγματικά το κάνει. «Εἰς ἑαυτόν ἐλθών», βλέπει την τραγικότητα της καταστάσεως του, διαπιστώνει ότι η αμαρτία του είχε αφαιρέσει κάθε στοιχείο πνευματικότητας. Είχε κατορθώσει η αμαρτία ν’ αποκοιμίσει τον ακοίμητο φρουρό κάθε ανθρώπου, το νου του και τον είχε οδηγήσει στο μεγάλο κατρακύλισμα. Είπε φεύγοντας από το σπίτι του να χαρεί και να ζήσει τη ζωή του, όμως οδηγήθηκε στα πλοκάμια του θανάτου. Γιατί η αμαρτία οδηγεί κατ’ ευθείαν στο θάνατο.
Μακάρι να μπορούσαν όλα τα θύματα της αμαρτίας να κάνουν την διαπίστωση αυτή και να σωθούν. Να μπορούσαμε να δούμε σε τι φοβερό κατάντημα οδηγεί η αμαρτία. Να μπορούσαμε να ξυπνήσουμε από τον θανατηφόρο λήθαργο της αμαρτίας και να συνέλθουμε όπως ο άσωτος υιός της παραβολής.
Όμως ο άσωτος δεν έμεινε μόνο στην διαπίστωση της τραγικής καταστάσεως του. Έκανε και το δεύτερο μεγάλο βήμα. Πήρε την μεγάλη απόφαση. Σηκώθηκε και επέστρεψε στον πατέρα του. «Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τον πατέρα μου», είπε. Και αυτό δεν έμεινε ένας απλός λόγος, μια απλή απόφαση. Έγινε πραγματικότητα. Έφυγε από τον τόπο στον οποίο ζούσε βόσκοντας χοίρους και πήρε το δρόμο για το σπίτι του στοργικού πατέρα. Με σταθερή απόφαση και συγκεκριμένο σκοπό πορεύεται προς τον πατέρα του.
Ο ίδιος πατέρας, ο Θεός του Ουρανού, παραμένει στοργικός για τον κάθε άνθρωπο, για τον κάθε αμαρτωλό, τον άσωτο κάθε εποχής και κάθε ηλικίας. Παραμένει πατέρας για όλους μας. Εκείνο που μένει για μας είναι να κάνουμε ότι έκανε ο άσωτος υιός της παραβολής. Αφού τον μιμηθήκαμε στην αμαρτία και στον πνευματικό θάνατο, να τον μιμηθούμε και στην πορεία προς τον Θεό και Πατέρα μας. Να σηκωθούμε κι εμείς από τον τόπο της αμαρτίας, από τη «χώρα καί τη σκιά θανάτου» μέσα στην οποία ζούμε και να ξεκινήσουμε. Να κάνουμε μια ανάσταση, μια ηρωική προσπάθεια να απαρνηθούμε ότι μας συνδέει με την αμαρτία.
Ο καθημερινός μας αγώνας να είναι πως η καρδιά μας θα ελευθερωθεί από τις σαρκικές επιθυμίες, από το μίσος, την αδικία, την φιλοχρηματία, από τον εγωισμό που είναι η μητέρα κάθε εφάμαρτου πάθους. Ο αγώνας αυτός δεν θα είναι εύκολος. Πολλές φορές θα αποκάμουμε στην προσπάθεια για απαλλαγή του παλαιού ανθρώπου, του ανθρώπου της αμαρτίας. Η αμαρτία και ο διάβολος δεν παραδίδονται εύκολα και αμαχητί. Τότε ακριβώς που θα νιώθουμε τον εαυτό μας να μην έχει δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα του, τότε ακριβώς θα χρειαστεί να στρέψουμε τα μάτια και την καρδιά μας στον Εσταυρωμένο Ιησού Χριστό. Σ’ Εκείνον που ήλθε στη γη με μοναδικό σκοπό τη σωτηρία μας. Μόλις στρέψουμε το βλέμμα μας στον Χριστό θα δούμε στα μάτια του με πόση στοργή μας περιμένει. Δεν παύει ποτέ να μας περιμένει, όσες αμαρτίες κι αν έχομε διαπράξει.
Ο Χριστός μας δέχεται όλους, όπως και τον άσωτο. Αρκεί να τρέξουμε κοντά του. Να αφήσουμε τα βάρη των αμαρτιών που μας καθηλώνουν και δεν μας αφήνουν να τρέξουμε για να γίνουμε ελαφροί στο σώμα και στο πνεύμα.
Ο Χριστός με το άγρυπνο πατρικό του βλέμμα μας παρακολουθεί με στοργική αγάπη και έχει την αγκαλιά του πάντοτε ανοικτή. Θέλει να μας αγκαλιάσει, να μας καταφιλήσει και να μας ντύσει με τη στολή της αφθαρσίας. Έχει έτοιμο το τραπέζι της ευφροσύνης, το Σώμα και το Αίμα Του και μας περιμένει.
Ας αφήσουμε κάθε γήινο και κοσμικό φρόνημα και ας τρέξουμε σαν τα μικρά παιδιά στην αγκαλιά του Θεού Πατέρα. Μας περιμένει με πολύ υπομονή. Ας του δώσουμε αυτή τη χαρά της επιστροφής μας από την άσωτη και αμαρτωλή ζωή, στη ζωή της θείας ευφροσύνης και μακαριότητας, χωρίς καθυστέρηση και αναβολή. Και τότε θα ακούσομε από το Πανάχραντο στόμα Του να λέει στους αγγέλους: «ἐξενέγκατε τήν στολήν τήν πρώτην καί ἐνδύσατε αὐτόν, καί δότε δακτύλιον εἰς τήν χεῖρα αὐτοῦ καί ὑποδήματα εἰς τούς πόδας, καί ἐνέγκαντες τόν μόσχον τόν σιτευτόν θύσατε, καί φαγῶντες εὐφρανθῶμεν, ὃτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρός ἦν καί ἀνέζησε, καί ἀπολωλώς ἦν καί εὑρέθη». ΑΜΗΝ.