Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Ε΄ Νηστειών
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Ὃς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἒσται ὑμῶν διάκονος».
Η πορεία φθάνει στο τέλος. Ο Κύριος έχει στραμμένο το βλέμμα του προς το Πάθος, προς την υπέρτατη θυσία. Στο ύψιστο σημείο της προσφοράς του προς τον άνθρωπο. Είναι η ώρα που θα δοξαστεί. Στο πρόσωπο του Κυρίου η δόξα συμβαδίζει με τη θυσία. Όσο περισσότερο προσφέρει, τόσο δοξάζεται. Όσο ταπεινώνεται, τόσο υπερυψώνεται. Αυτό θέλει να εμπνεύσει και στους Μαθητές Του. να τους προετοιμάσει ψυχολογικά, ώστε να μη κλονισθεί η πίστη τους, όταν θα τον έβλεπαν κρεμάμενο πάνω στο Σταυρό. Τους προανήγγειλε με πολύ καθαρό τρόπο και με λεπτομέρεια όσα φοβερά θα του συνέβαιναν· τη σύλληψή του, τους εμπαιγμούς και εμπτυσμούς, τους εξευτελισμούς και τις μαστιγώσεις, τη σταύρωση, την ταφή αλλά και την ανάσταση. Εκείνοι δεν μπορούν να το καταλάβουν. Συνδυάζουν στη σκέψη τους τη δόξα με τις τιμές και την εξουσία. Ζητούν να τους τιμήσει ο Χριστός τοποθετώντας τους δίπλα Του. κοντά στο θρόνο Του. Πραγματικά δεν καταλάβαιναν τι ζητούσαν. Που να φανταστούν πως ο θρόνος που θα γινόταν το θεμέλιο της δόξα Του, θα ήταν ένας Σταυρός. Που να υποψιαστούν ότι αριστερά και δεξιά Του θα στήνονταν σταυροί για δύο κακούργους ληστές. Ο Κύριος πριν δείξει το άφθαστο παράδειγμα, τους εμπνέει με τα λόγια· «Ὃς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἒσται ὑμῶν διάκονος, καί ὃς ἐάν θέλῃ ἐν ὑμῖν γενέσθαι πρῶτος, ἒσται πάντων δοῦλος».
Ασφαλώς οι Μαθητές δεν περίμεναν να ακούσουν τα λόγια αυτά από το στόμα του Ιησού, με αποτέλεσμα να εκπλαγούν στο άκουσμά τους. Πιθανόν και να μη τα κατάλαβαν. Αυτοί γνώριζαν ότι για να αποκτήσει κανείς αξιώματα και δόξα, έπρεπε να κινηθεί, να δραστηριοποιηθεί, να αγωνιστεί με πείσμα, να παραμερίσει άλλους, να παρακαλέσει τους ισχυρούς της ημέρας, να διαθέσει μέσα. Έβλεπαν ότι όλοι όσοι κατόρθωσαν να αναρριχηθούν σε αξιώματα και θέσεις και να αποκτήσουν δόξα, με τον τρόπο αυτό ενήργησαν.
Ο Κύριος όμως τους είπε με πολύ καθαρά· «οὐχ οὓτως ἒσται ἐν ὑμῖν». δεν θα γίνετε έτσι με σας· δεν θα ακολουθείτε τον δρόμο που ακολουθούν οι φιλόδοξοι άνθρωποι του κόσμου. Ο δικός σας δρόμος είναι πολύ διαφορετικός· εντελώς αντίθετος. Είναι ο δρόμος της ταπείνωσης, της εξυπηρέτησης και όχι του παραμερισμού των άλλων, μάλλον της υποχώρησης για να προχωρήσουν οι άλλοι. Ο άνθρωπος του Θεού, ο αληθινός πνευματικός ηγέτης δεν τρέχει προς το αξίωμα και μάλιστα όταν αυτό είναι εκκλησιαστικό. Έχοντας συναίσθηση των μεγάλων ευθυνών, τις οποίες συνεπάγεται το αξίωμα, και όταν ακόμα του το προσφέρουν προσπαθεί να το αποφύγει.
Μετράει τις δυνάμεις του και με ταπεινοφροσύνη ομολογεί, ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που αυτό επιβάλλει. Βλέπει το αξίωμα ως έργο και όχι ως θρόνο δόξης. Βλέπει κυρίως τους κόπους, τους μόχθους και τις θυσίες που απαιτεί το αξίωμα και όχι τα υλικά πλεονεκτήματα και τις ανέσεις που πιθανόν να προσφέρει. Το θεωρεί όχι ως έπαθλο θριάμβου αλλά ως στάδιο πολλών και μεγάλων αγώνων, των οποίων σκοπός είναι ο διαφωτισμός των ψυχών, η λύτρωση από την τυραννία των παθών και από την ενοχή της αμαρτίας, η καθαρότητα της καρδιάς, η συνεχής και συνετή καθοδήγηση προς το «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ».
Και όλα αυτά όχι μόνο με τα ωφέλιμα λόγια και τις καλές συμβουλές, αλλά προ πάντων με το ανεπίληπτο ήθος, με τον ακέραιο χαρακτήρα, με το καλό παράδειγμα, με την ακτινοβόλο χριστιανική πίστη και ζωή. Εκείνος που έχει υψηλή θέση μέσα στην Εκκλησία πρέπει να είναι φως των ανθρώπων, «πόλις ἐπάνω ὂρους κειμένη».
Αν την ημέρα εκείνη τα είχαν υπόψη τους οι Μαθητές, ασφαλώς δεν θα έτρεχαν να ζητήσουν αξιώματα και τιμές. Ο ταπεινός άνθρωπος που συναισθάνεται βαθειά το βάρος τους αξιώματος και της ευθύνης του είναι πάντοτε πρόθυμος αθόρυβα να διακονήσει, όπου τον καλέσει το καθήκον. Έχει συνεχώς ανοικτά τα μάτια της ψυχής και του σώματος για να βλέπει και να αντιλαμβάνεται καθαρά, ποιο είναι το καθημερινό του καθήκον. Ποιες είναι οι υποχρεώσεις του και πως θα ανταποκριθεί σ’ αυτές. Πολλές είναι φορές που παραμερίζει υποχρεώσεις του απέναντι σε δικούς του ανθρώπους για να δοθεί απερίσπαστος στο έργο που ανέλαβε.
Δεν διστάζει να υποβληθεί σε κόπους και θυσίες για τους άλλους, έστω κι αν μερικές φορές πληρώνεται με αχαριστία. Άλλωστε αυτός εξυπηρετεί εκείνους, όχι για να κερδίσει την ευγνωμοσύνη τους, αλλά για να εκπληρώσει με ευσυνειδησία το καθήκον όπως του το επιβάλλει το αξίωμα. Θεωρεί τον εαυτό του υπηρέτει των άλλων. Και όπως ο υπηρέτης που εκτελεί το έργο του, δεν έχει αξιώσεις για την ευγνωμοσύνη του κυρίου του, έτσι κι αυτός.
Έχει κατά νου το συγκινητικό και διδακτικό παράδειγμα του Κυρίου, ο οποίος για να διδάξει τους Μαθητές του να μην επιδιώκουν θέσεις και τιμές από τους ανθρώπους, τους είπε ότι «ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν». Ο Κύριος είχε κάθε δικαίωμα να ζητήσει κάθε εξυπηρέτηση από τα δημιουργήματά του, τους δούλους του, και δεν είχε καμία υποχρέωση να γίνει υπηρέτης τους και μάλιστα μέχρι να θυσιάζει και τη ζωή του ακόμη. Κι όμως, αυτός ο ίδιος ο Θεός, ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, έγινε υπηρέτης των δούλων του, οι οποίοι ήταν τότε εχθροί του εξαιτίας των αμαρτιών τους.
Το γεγονός αυτό μιλάει ή μάλλον πρέπει να μιλάει στην ψυχή κάθε ανθρώπου και να του εμπνέει ανεξάντλητη προθυμία και δραστηριότητα για το έργο αυτό. Απερίγραπτη ικανοποίηση θα είναι να μιμηθεί τον Κύριο, να ακολουθήσει το παράδειγμά του και να έχει την πληροφορία της συνειδήσεως ότι έκανε εκείνο που έπρεπε να κάνει. Όποιος ακολουθεί τον δρόμο αυτό εκτιμάτε, τιμάτε και δοξάζεται από τους άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα όμως από τον ίδιο τον Θεό.
Ο πόθος της δόξας είναι έμφυτος στον κάθε άνθρωπο. Αλλά η αληθινή δόξα δεν αποκτάται με τον παραμερισμό των άλλων, με τη σπουδή για τα αξιώματα, με την περιαυτολογία και την επίδειξη. Αντίθετα αποκτάται με την εξυπηρέτηση των συνανθρώπων μας, με ταπεινοφροσύνη και αληθινή αγάπη. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το μεγαλείο και η δόξα του χριστιανού. Έτσι θα γίνει μέγας. Το είπε πολύ καθαρά ο Κύριος μας· «Ὃς ἐάν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἒσται πάντων δοῦλος».